ΣΜΥΡΝΗ - ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΓΕΝΙΚΑ
Η Σμύρνη είναι μία από τις αρχαιότερες πόλεις και λιμένες της Μεσογείου, της αρχαίας Ιωνίας. Ιδρύθηκε περί το 3000 π.Χ. και επέζησε μέχρι σήμερα. Στη μακραίωνη ιστορία της έχει αλλάξει δύο θέσεις. Η πρώτη των προϊστορικών χρόνων που αναφέρει ο Στράβων ως "Παλαιά Σμύρνη" και η δεύτερη που έκτισε ο Μέγας Αλέξανδρος και οι επίγονοι αυτού κατά την ελληνιστική περίοδο. Κατοικήθηκε από Ελληνικούς πληθυσμούς από την αρχαιότητα μέχρι και το 1922 όταν οι Τούρκοι εισέβαλλαν με τη βία(Καταστροφή της Σμύρνης) και την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε με τη Συνθήκη της Λωζάνης.

Η Σμύρνη προ του 1922
Εκκλησίες
Η Σμύρνη, (ο Κάτω Μαχαλάς), προ της καταστροφής της το 1922, είχε 16 ορθόδοξους ναούς σημαντικότερος των οποίων ήταν ο μεγάλος μητροπολιτικός ναός της Αγίας Φωτεινής με το μεγαλοπρεπές και εξαίρετης τέχνης μαρμάρινο κωδωνοστάσιο που κτίσθηκε τον 17ο αιώνα, καταστράφηκε από σεισμό το 1688, ανοικοδομήθηκε το 1690, και επανοικοδομήθηκε το 1692 μετά από πυρκαγιά που σημειώθηκε. Αποτελούσε τον κατ΄ εξοχή σμυρναίικο ναό όπου τελούνταν στη μικρή περίοδο της απελευθέρωσης όλες οι επίσημες λειτουργίες και εθνικές τελετές. Τόσο ο ναός όσο και το κωδωνοστάσιο ανατινάχθηκαν με δυναμίτιδα, από τους Τούρκους, μετά την καταστροφή. Οι άλλοι ναοί ήταν του Αγ. Γεωργίου, κοντά στη μητρόπολη, της Κοίμησης της Θεοτόκου, στη συνοικία Φασουλά, ο ναός του ορφανοτροφείου Σμύρνης, που εκκλησιάζονταν η αριστοκρατία, ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου, στα Σχοινάδικα, οι ναοί Αγ. Αικατερίνης, Αγ. Τρύφωνα, Αγ. Δημητρίου, Αγ. Χαραλάμπους και Ευαγγελιστρίας, (στην ελληνική συνοικία), ο ναός του Αγ. Νικολάου στην αρμενοσυνοικία, του Αγ. Βουκόλου, στο σταθμό Κασαμπά, του Αγ. Κωνσταντίνου, του Αγ. Ιωάννη θεολόγου και της Μεταμόρφωσης στη συνοικία Μορτάκια, του Τιμίου Προδρόμου στη Λυγαριά, και των Ταξιαρχών στο περίβολο του νεκροταφείου. Απ΄ όλους τους παραπάνω ναούς κανένας δεν υφίσταται σήμερα. Άλλοι κάηκαν, άλλοι γκρεμίστηκαν και στη θέση τους ανοίχθηκαν λεωφόροι και δημιουργήθηκαν πάρκα. Κάποιοι άλλοι που διασώθηκαν μετατράπηκαν σε τεμένη, σχολεία και αρχικά αποθήκες.
Εκπαιδευτήρια
Από τα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα σημαντικότερη ήταν η "Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης" (αρρένων), που ιδρύθηκε το 1717 με πλήρες γυμνάσιο με διάφορα παραρτήματα, όπως οι δημοτικές σχολές του Τιμίου Προδρόμου και το Κιουπετσόγλειο. Η σχολή αυτή περιελάμβανε επίσης βιβλιοθήκη με 35.000 τόμους και 180 ιστορικά χειρόγραφα, μικρό μουσείο με αρχαία εκθέματα και μεγάλη νομισματική συλλογή. Αντίστοιχη σχολή θηλέων ήταν το "Κεντρικόν Παρθεναγωγείον" που είχε εγκατασταθεί αρχικά (1837) στον περίβολο της Μητρόπολης, και από το 1883 σε μελαλοπρεπές οικοδόμημα που είχε δωρήσει ο Δ. Κιουπετζόγλου. Και τα δύο αυτά μαρμάρινα οικοδομήματα σώζονται μέχρι σήμερα και στεγάζουν τουρκικά γυμνάσια.





Νοσοκομεία
Σημαντικότερα από τα ευαγή ιδρύματα ήταν το "Γραικικό Νοσοκομείο" ή "Νοσοκομείο του Αγ. Χαραλάμπους", που είχε ιδρυθεί από τον Π. Σεβαστόπουλο, (που περιελάμβανε 2 τμήματα χειρουργικής, 2 παθολογίας, 1 οφθαλμιατρικής, 1 μαιευτικής, 1 ψυχιατρικής, και γηροκομείο), το "Βρεφοκομείον Σμύρνης" που είχε ιδρυθεί το 1902, και το "Ορφανοτροφείον Σμύρνης" που λειτουργούσε από το 1870. Ανάλογα τέτοια νοσοκομεία είχαν ιδρύσει και οι Καθολικοί και οι Αρμένιοι που όμως όλα καταστράφηκαν στη μεγάλη πυρκαγιά.
Πνευματική κίνηση
Η πνευματική κίνηση των Ελλήνων στη Σμύρνη άρχισε ν΄ αναπτύσσεται στις αρχές του 19ου αιώνα. Πρώτος που φέρεται να ίδρυσε κοινωνικό πνευματικό κέντρο ήταν ο Κωνσταντίνος Οικονόμος που ίδρυσε την "Ιωνική Λέσχη" που διατηρήθηκε μέχρι το 1922. Ακολούθησαν και άλλα όπως το "Μουσείο" το 1838, το "Φιλολογικό Μουσείο" το 1854, ο "Σύλλογος προς διάδοση των ελληνικών γραμμάτων" και ο σύλλογος "Όμηρος" που εξέδιδε και ομώνυμο περιοδικό.
Εφημερίδες - περιοδικά
Ιδιαίτερη επίσης ανάπτυξη είχε σημειώσει και η ελληνική δημοσιογραφία με την αρχαιότερη ελληνική εφημερίδα την "Αμάλθεια" που εκδιδόταν από το 1838 μέχρι το 1922 με τελευταίους διευθυντές έκδοσης τους Σ. Σολομωνίδη και Θ. Υπερίδη. Άλλες ελληνικές εφημερίδες της Σμύρνης ήταν η "Αρμονία" του Μ. Σεϊζάνη, η "Ιωνία", η "Νέα Ιωνία", η "Πρόοδος", καθώς και διάφορα περιοδικά όπως το φιλολογικό ο "Κόσμος" και το σατυρικό ο "Κόπανος" του Γ. Αναστασιάδη.
Σημειώνεται ότι από τα τέλη της δεκαετίας του 1840, όπως μαρτυρείται από τον Χρήστο Σολομωνίδη, στη Σμύρνη λειτουργούσαν 10 τυπογραφεία, όπου στα 5 εξ αυτών τυπώνονταν οι εβδομαδιαίες ελληνικές εφημερίδες "Αμάλθεια", "Ιωνικός Παρατηρητής", "Άργος" και η "Ιωνική Μέλισσα" καθώς και το περιοδικό "Αποθήκη των Ωφελίμων Γνώσεων".
Στη δε στατιστική που είχε προβεί ο Κάρολος ντε Σερζέ (Charles de Scherzer) το 1870 στη Σμύρνη, λειτουργούσαν τότε 17 τυπογραφεία εκ των οποίων 10 ήταν ελληνικά, 3 αρμενικά, 2 γαλλικά, 1 τουρκικό και 1 εβραϊκό. Συνολικά κυκλοφορούσαν 134 εφημερίδες, περιοδικά και επιθεωρησιακά έντυπα.





Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

Mε τον όρο καταστροφή της Σμύρνης αναφέρονται τα γεγονότα της σφαγής του ελληνικού και αρμενικού πληθυσμού της Σμύρνης από τους Τούρκους, καθώς και της πυρπόλησης της πόλης, που συνέβησαν το Σεπτέμβρη του 1922. Η καταστροφή αυτή άρχισε 7 ημέρες μετά την αποχώρηση και του τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από την Μικρά Ασία και την είσοδο των ατάκτων του Κεμάλ Ατατούρκ στην πόλη. Η φωτιά που εκδηλώθηκε κατέκαψε όλη την πόλη εκτός από την μουσουλμανική και την εβραϊκή συνοικία, και διήρκεσε από τις 13 έως τις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Προηγηθέντα της πυρπόλησης
Μετά την κατάρρευση του μετώπου, την ευθύνη του οποίου έφερε ο τότε Διοικητής του Α' Σώματος Στρατού Νικόλαος Τρικούπης και την άτακτη υποχώρηση και αναδίπλωση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος από το Αφιόν Καραχισάρ, (στα μέσα Αυγούστου του 1922), άρχισε και ο ξεριζωμός ενός μεγάλου μέρους του χριστιανικού πληθυσμού (Ελλήνων και Αρμενίων) προς τη Μικρασιατική ακτή που κατά τους υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου έφτανε τις 250.000. Επίσης στη Σμύρνη είχαν βρει καταφύγιο και 15.000 Αρμένιοι που συνωστίζονταν στα διάφορα ιδρύματα και σπίτια της Αρμενικής Κοινότητας.

Η αδιάκοπη όμως άφιξη των τρένων που μετέφεραν στρατιωτικά υπολείμματα και πρόσφυγες (υπολογίστηκε ότι έφταναν με ρυθμό 30.000 ατόμων την ημέρα) στη Σμύρνη, καθώς και οι έντονες φήμες της γενικής κατάρρευσης του μετώπου μεγάλωναν την ένταση και την ανησυχία του πληθυσμού, ενώ η προετοιμασία της ελληνικής διοίκησης για αναχώρηση δεν άφηναν πλέον τις παραμικρές αμφιβολίες για τη μετέπειτα εξέλιξη. Έναντι της έντρομης εκείνης κατάστασης που εξελίσσονταν, χαρακτηριστική υπήρξε η απάντηση του Έλληνα Υπάτου Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη στον πρώην Νομάρχη Λέσβου και Διοικητή Χίου Γεώργιο Παπανδρέου, όταν ο δεύτερος του συνέστησε να ενημερώσει άμεσα τον ελληνογενή πληθυσμό για να φύγει, φέρεται να του δήλωσε: "Καλύτερα να μείνουν εδώ, να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θ΄ ανατρέψουν τα πάντα".

Στις 24 Αυγούστου/6 Σεπτεμβρίου αναχωρεί και το τελευταίο ελληνικό στρατιωτικό τμήμα. Την επομένη οι χιλιάδες των προσφύγων Έλληνες και Αρμένιοι που κατέκλυζαν όλο το μήκος της περίφημης προκυμαίας "Κε" της Σμύρνης μάταια περίμεναν πλέον τα επιταγμένα ελληνικά πλοία για τη μεταφορά τους στα γειτονικά ελληνικά νησιά. (Δείτε παρακάτω ενότητα "Ο ελληνικός στόλος"). Μετά όμως από έντονη παρέμβαση του Αμερικανού Προξένου Γ. Χόρτον, (G. Horton), στάλθηκαν δύο αμερικανικά αντιτορπιλικά για την εξυπηρέτηση των προσφύγων. Την επομένη, 26 Αυγούστου/8 Σεπτεμβρίου (1922), αναχωρούν οι ελληνικές Αρχές Σμύρνης. O μέχρι τότε Έλληνας Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης Αρ. Στεργιάδης επιβιβάστηκε σε αγγλικό πολεμικό πλοίο που του διατέθηκε με προορισμό την Κωνσταντινούπολη.
Η αντίστροφη μέτρηση για την πόλη της Σμύρνης είχε πλέον φθάσει.





Ο ελληνικός στόλος
Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1922, δηλαδή δύο ημέρες πριν την έναρξη της καταστροφής της πόλης είχε εκδηλωθεί κίνημα στη Χίο και στη Μυτιλήνη. Τούτο είχε ως συνέπεια όλος σχεδόν ο ελληνικός στόλος με το σύνολο των επίτακτων πλοίων να τεθεί υπό τους κινηματίες για τη μεταγωγή του ελληνικού στρατού προς το Λαύριο προκειμένου να επικρατήσει η επανάσταση στην Αθήνα. Μάλιστα δε, το ελληνικό θωρηκτό Κιλκίς που ναυλοχούσε και είχε ως βάση τη Σμύρνη, με την έκρηξη του κινήματος και υπό τον κυβερνήτη πλοίαρχο Δεμέστιχα μετέβη στη Σάμο όπου και παρέμεινε εκεί προκειμένου να επιβάλει την επανάσταση παρότι οι καπνοί της καταστροφής, (κατά την ημέρα), και το φέγγος της πυρκαιάς, (κατά τη νύκτα), ήταν ορατοί τόσο από τη Χίο όσο και από τη Σάμο.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1922 κατά τη 3η ημέρα της καταστροφής της Σμύρνης το θωρηκτό Κιλκίς απέπλευσε και ενώθηκε με το θωρηκτό Αβέρωφ, μεταξύ Χίου Σάμου, που κατέρχονταν ολοταχώς το Αιγαίο προς Πειραιά προερχόμενο από Κωνσταντινούπολη αφού προηγουμένως είχε σημειωθεί ανταρσία και είχε αποχωρήσει από τη Διασυμμαχική Ανταντική ναυτική δύναμη, που ναυλοχούσε στο Βόσπορο, (στην οποία είχε ενταχθεί μετά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου), υπό τον κινηματία κυβερνήτη Αντιπλοίαρχο Γ. Χατζηκυριάκο