ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Πολλές φορές έχω αναλογιστεί κατά πόσον η λογοτεχνία είναι αποτέλεσμα της τυχαίας έμπνευσης ή μιας εσκεμμένης νοητικής λειτουργίας, ενδεχομένως καθορισμένης από ελαστικούς κανόνες και τύπους. Δεν διστάζω να ομολογήσω ότι περισσότερο έκλινα στην πρώτη περίπτωση, δεδομένου ότι η συγγραφή είναι πρώτα και πάνω από όλα «τέχνη» η οποία σπάνια υπακούει σε κανόνες και τύπους. Αλλά η ίδια η ζωή – που αποτελεί την ασύλληπτα τελειότερη μορφή τέχνης – μερικές φορές και για αδιευκρίνιστο λόγο μάς αποκαλύπτεται με τρόπο περίεργο που μόνον ως «τυχαίο» μπορούμε να τον προσδιορίσουμε.
Ως προς τη συγγραφή, πράγματι, έτυχα μάρτυρας μια τέτοιας αποκάλυψης, σε μια εντελώς τυχαία συνάντηση, καρπός της οποίας αποτελεί και το μυθιστόρημα αυτό. Το οποίο, τελικά, φαίνεται ότι αποτελεί ουσιαστικά συνδυασμό των δυο ανωτέρω τρόπων καλλιτεχνικής δημιουργίας, της τυχαίας έμπνευσης και της εσκεμμένης νοητικής λειτουργίας.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, μέχρι πρότινος πίστευα ότι η οικογένειά μου καταγόταν κυρίως από την περιοχή της ορεινής Αρκαδίας, με μια διασπορά που απλωνόταν από τη βόρεια Πελοπόννησο μέχρι τα νησιά των Κυκλάδων. Αλλά σ΄ εκείνη την τυχαία συνάντηση έμαθα ότι η οικογένεια μου διαθέτει κι έναν «χαμένο» κλάδο που προέρχεται από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Επιπλέον ότι εκείνοι οι συγγενείς ήταν ανάμεσα στις εκατοντάδες χιλιάδες των Ελλήνων που εκδιώχτηκαν από την πόλη τις ημέρες της καταστροφής, το Σεπτέμβρη του 1922.
Μπορείτε να φανταστείτε το σοκ και την έκπληξη που ένιωσα, όταν άκουσα τα νέα. Η ιδέα και μόνο της ύπαρξης ενός κλάδου τη οικογενείας από την τόσο αγαπητή σε μένα Σμύρνη με συντάραξε. Ένας ολόκληρος κόσμος ανατράπηκε στο μυαλό μου κι ένας άλλος, εξαιρετικά όμως αβέβαιος κι αχνός σαν όνειρο, γεννήθηκε σε μια στιγμή. Αποφάσισα κι έψαξα το θέμα σε αρχεία και βιβλιοθήκες για τους επόμενους μήνες και, τελικά, οι παραπάνω πληροφορίες επαληθεύτηκαν.
Λοιπόν κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι κάτι παραπάνω θα έπρεπε να κάνω γι΄ αυτό. Αποφάσισα, ίσως και ως μια άτυπη εκπλήρωση ενός ακαθόριστου ηθικού χρέους μου προς εκείνους τους ανθρώπους – τους Μικρασιάτες προγόνους αλλά και όλους τους πρόσφυγες που ήρθαν από τη Μικρά Ασία – να συγγράψω ένα μυθιστόρημα. Έτσι γεννήθηκε καλλιτεχνικά «Η Αρχόντισσα της Σμύρνης».
Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο ο αναγνώστης πιθανόν θα νιώσει διάφορα συναισθήματα. Πάντως οφείλω να τον προειδοποιήσω ότι αυτή η ιστορία μου έχει σκοπό να ενώσει κι όχι να χωρίσει. Να προβληματίσει κι όχι να φανατίσει. Ως ένα σημείο να τέρψει τον αναγνώστη, αλλά κυρίως να τον οδηγήσει να αναλογιστεί το παρόν με γνώμονα το παρελθόν.
Το δράμα των συνανθρώπων μας στη Σμύρνη εκείνο το φοβερό Σεπτέμβρη του 1922 ήταν, είναι, και θα είναι αξεπέραστο από κάθε άποψη. Το χρέος μας δεν είναι η εκδίκηση προς τους ενόχους, αλλά εμείς ως Έλληνες να μην λησμονήσουμε ποτέ τα γεγονότα. Ό,τι δεν χάνεται στη λήθη του χρόνου παραμένει αναλλοίωτο, αληθινό, αυθεντικό και αιώνιο.

ΘΑΝΟΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ